Είμαι παντρεμένη με έναν διαζευγμένο πατέρα μιας 6,5 χρόνων κορούλας. Ο σύζυγος μου χώρισε πριν 4 χρόνια με την πρώην σύζυγο του.
Από αρχή της διάσπασης της συμβίωσης, η πρώην σύζυγος, δημιουργούσε προσκόμματα στην επαφή του με το παιδί, ενώ τον εκβίαζε οικονομικά και ψυχολογικά για να ξαναδεί το παιδί.
Ο σύζυγος μου έχοντας τρομερή αδυναμία στο παιδί και όντας αυτός που το ανέθρεψε έως ότου να φύγει από το σπίτι (η πρώην σύζυγος είχε διαγνωστεί με σοβαρή ψυχιατρική πάθηση δεκαετίες πριν), προσπάθησε να πάρει επιμέλεια. Σε όσους δικηγόρους και αν απευθύνθηκε τον ενημέρωσαν ότι η πρακτική στην Ελλάδα είναι να πιάνει η μητέρα την επιμέλεια και ότι αν θέλει να μην έχει προβλήματα θα πρέπει να συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις και διαθέσεις της.
Όντως σε αδιέξοδο, υπέγραψε ένα πρόχειρο ιδιωτικό συμφωνητικό με ελάχιστη επικοινωνία, θεωρώντας ότι ήταν τυπικό και θα έβλεπε το παιδί συχνότερα. Αντιστοίχως υπέγραψε και για μια υψηλή διατροφή όπου πάντα καταβαλλόταν και καταβάλλεται ολόκληρη και μάλιστα από καλή πρόθεση καλύπτει και περισσότερα έξοδα του παιδιού μόνος του.
Η πρώην σύζυγος είχε προχωρήσει τη ζωή της πολύ πριν τη λήξη του γάμου, αλλά χρησιμοποιούσε το παιδί ως μέσο πίεσης ανάλογα με τις διαθέσεις της. Πολύ συχνά δεν επέτρεπε τη συμφωνημένη επικοινωνία, χανόταν και δεν διατίθετο να προσφέρει ούτε τηλεφωνική επικοινωνία.
Εμείς γνωριστήκαμε ένα χρόνο αφού είχε χωρίσει και βίωνε αυτές τις καταστάσεις. Έχω γίνει επανειλημμένως μάρτυρας άρνησης επικοινωνίας με το παιδί του καθώς και τις εριστικής και προσβλητικής της συμπεριφοράς, σε κατ’ ίδιαν (τηλεφωνικές) επικοινωνίες τους. Ο ίδιος, με γνώμονα τη λογική και την αγάπη για το παιδί, προσπαθούσε μέσω διαλόγου να επιλύσει τα προβλήματα. Το δε παιδί, το παραλαμβάνει μονίμως βρώμικο, υποσιτισμένο, με μικρά τρύπια ρούχα, ενώ συνέχεια παραπονιέται πως δεν το προσέχουν και δεν θέλει να φεύγει από τον πατέρα του. Εκείνος παρέχει στο παιδί ρούχα και παπούτσια, τα οποία η πρώην σύζυγος πετάει.
Ένα χρόνο από τη γνωριμία μας και ήδη δύο χρόνια από τον χωρισμό του, αποφασίσαμε να προχωρήσουμε τη σχέση και να γνωρίσω σιγά σιγά το παιδί με τις συμβουλές παιδοψυχολόγου. Σε διάστημα 3-4 μηνών γνώρισα το παιδί και άρχισε να αναπτύσσεται μια τρυφερή και στοργική σχέση η οποία μέχρι σήμερα εξελίσσεται πολύ όμορφα. Έγινα δε πολλές φορές μάρτυρας μέχρι σήμερα σε περιστατικά όπου το παιδί αρνείται να φύγει από το σπίτι και παρακαλεί τον μπαμπά της να την κρατήσει εκεί για πάντα.
Η πρώην σύζυγος μόλις έμαθε για τη νέα σχέση φυσικά και έκοψε την επικοινωνία και μάλιστα άρχισε να απειλεί πως δεν θα ξαναδεί το παιδί ο πατέρας. Απευθυνθήκαμε αμέσως σε νέους δικηγόρους και απόλυτα εξειδικευμένους σε τέτοιες υποθέσεις. Τους παραδώσαμε όλα τα στοιχεία, μηνύματα, καταγγελίες στην αστυνομία για την άρνηση επικοινωνίας, παραβιάσεις κλπ. Οι δικηγόροι μας έμειναν εμβρόντητοι από την έως τώρα κακή νομική διαχείριση. Μας ενημέρωσαν πως η διαδικασία που θα ακολουθήσει θα είναι κοστοβορα, χρονοβόρα και επίπονη αλλά ότι υπάρχει πεδίο βελτίωσης. Χρειαζόμασταν απλά υπομονή.
Κάναμε αρχικά προσπάθειες να επιλύσουμε εξωδικαστικα τα θέματα με πρόταση διευρυμένης επικοινωνίας, αλλά η πρώην σύζυγος άλλαζε δικηγόρους κάθε μήνα και δεν υπήρχε πεδίο συνεννόησης. Βέβαια για επικοινωνία με το παιδί ούτε λόγος.
Τα ασφαλιστικά μέτρα και η αγωγή ήταν μονόδρομος. Στην πρώτη ακρόαση η πρόεδρος ήταν καταπέλτης και μας δικαίωσε. Η πρώην σύζυγος δεν εφάρμοσε ποτέ την απόφαση. Εξώδικα, δεύτερα ασφαλιστικά και η δεύτερη πρόεδρος έδωσε περισσότερα στον πατέρα από την αρχική κρίση, πάλι όμως τίποτα δεν έγινε σεβαστό. Εξώδικα ξανά και επιτέλους έγινε η δίκη των ασφαλιστικών, μέχρι την απόφαση της οποία αποκόπηκε ξανά η επικοινωνία και κάναμε τρίτα έκτακτα ασφαλιστικά μέτρα, πάλι υπέρ μας. Η απόφαση που εκδόθηκε ήταν καταδικαστική με υψηλές ποινές και χρηματική αποζημίωση από την πρώην σύζυγο στον πατερά. Στα χαρτιά είχαμε δικαιωθεί. Στην απόφαση γράφτηκε δε πως η μητέρα δημιουργεί προσκόμματα στην επικοινωνία και υπάρχει ο κίνδυνος γονεϊκής αποξένωσης.
Για ακόμη μια φορά όμως η μητέρα δε συμμορφώθηκε στις αποφάσεις. Τα αιτήματα πλέον του παιδιού προς το πατέρα για να μετοικίσει μονιμά μαζί του ήταν συστηματικά.
Το καλοκαίρι του 2020 παντρευτήκαμε και η μικρή είχε χαρεί τόσο που ζήτησε να τη κάνουμε αμέσως αδερφάκι. Μετά από έναν βασανιστικό χρόνο με δικές, εξώδικα και αβάσταχτα έξοδα, ήρθε επιτέλους η ώρα της εκδίκασης της αγωγής. Η πρόεδρος κατά την εκδίκαση και την εξέταση των μαρτύρων τους κόλλησε στον τοίχο γιατί αποξενώνουν το παιδί και εμάς αντίστοιχα γιατί αργήσαμε τόσο και γιατί δεν ζητάμε απευθείας επιμέλεια εφόσον είναι ξεκάθαρο πως υπάρχει κακή άσκηση επιμέλειας. Η απόφαση δεν έχει εκδοθεί ακόμη. Όμως έχουμε ήδη διευρυμένη επικοινωνία και ελπίζουμε σε ακόμη περισσότερη με περισσότερες διανυκτερεύσεις και επιμέλεια υγείας και εκπαίδευσης. Παράλληλα μετράμε ήδη 60 παραβιάσεις επικοινωνίας για τις όποιες έχει κατατεθεί μήνυση και συνεχίζουμε τον αγώνα. Περιμένουμε τις αποφάσεις για να δράσουμε ανάλογα.
Σήμερα έχουμε ένα παιδί που περνά περισσότερο χρόνο μαζί μας, χτίζει δεσμούς με όλα την οικογένεια, δέχεται αγάπη και θέλει να μένει μαζί μας. Ουδέποτε του στερήσαμε την επικοινωνία με τη μαμά του. Αντίθετα μιλάμε με τα καλύτερα λόγια για τη μαμά της όταν μας την αναφέρει, γιατί τα παιδιά δεν πρέπει να γίνονται κοινωνοί τέτοιων συμπεριφορών.
Να αναφέρω χαρακτηριστικά ένα περιστατικό. Πήγα με την μικρή για ποδήλατο και μου λέει: “Μακάρι να ήσουν κολλητή με τη μαμά μου για να σε βλέπω κάθε μέρα, αλλά η μαμά μου σε μισεί.” Απάντησα: ” εγώ αγάπουλα μου αγαπάω τη μανούλα γιατί έκανε εσένα. Και ποτέ δεν ξέρεις, στο μέλλον μπορεί να γίνουμε φίλες!” Τότε με παίρνει αγκαλιά και μου λέει :” εγώ σε αγαπάω πολύ όμως!”
Μας έχει πει πολλές φορές πως η μαμά μας βρίζει στο σπίτι και λέει άσχημα πράγματα για εμάς, αλλά δεν την πιστεύει γιατί η μικρή ξέρει την αλήθεια.
Κάθε φορά μου λέει πως με αγαπάει και πως θα της λείψω όταν φεύγει από το σπίτι.
Τα παιδιά χρειάζονται ανθρώπους να τα αγαπάνε. Είναι κρίμα να τους στερούμε τους γονείς τους γιατί τους στερούμε αγάπη. Ο ίσος χρόνος με τους δύο γονείς προάγει την ισορροπία των παιδιών, διασφαλίζει τις περιπτώσεις κακής άσκησης επιμέλειας που μπορεί να προκύψει μόνο σε περιπτώσεις ανάθεσης αποκλειστικής επιμέλειας. Η συνεπιμέλεια πρέπει να γίνει κανόνας ώστε να διασφαλιστεί το δικαίωμα των παιδιών να μεγαλώνουν ισότιμα από τους δύο γονείς του.