Μαρία αποξενωμένη μητέρα
Όταν το καλοκαίρι του 2014 χωρίσαμε με τον σύντροφο μου, πήρα το 10 χρόνο παιδί μου και ήρθα στο πατρικό μου σπίτι στην επαρχεία για βιοποριστικούς λόγους. Παράλληλα, ξεκίνησαμε συζητήσεις για εξωδικαστικό σύμφωνο με συνεπιμέλεια.
Τον Αύγουστο και πριν οποιονδήποτε διακανονισμό ο τέως σύζυγος μου πήρε το παιδί κατόπιν συνεννόησης μας για διακοπές. Από την ημέρα αναχώρησης του παιδιού και για δύο συνεχόμενες εβδομάδες δεν έβρισκα το παιδί σχεδόν ποτέ στο τηλέφωνο και τις λίγες φορές που μπόρεσα να του μιλήσω αυτό ήταν εξαγριωμένο και μου έλεγε ότι δεν θέλει πια να γυρίσει σε εμένα. Ο τέως σύντροφος μου παράλληλα προχώρησε σε ασφαλιστικά μέτρα για προσωρινή επιμέλεια και αρνήθηκε να μου επιστρέψει το παιδί μετά τις διακοπές.
Ενόσω εγώ θεωρούσα ότι ήταν διακοπές με το παιδί, αυτός κάλεσε παρανόμως (όπως εκ των υστέρων έμαθα από την ΕΠΑ και από τον Συνήγορο του παιδιού) την κοινωνική υπηρεσία του δήμου και επισκέφτηκαν το παιδί στο σπίτι χωρίς την παρουσία μου και ενώ ακόμα είχαμε κοινή επιμέλεια. Το παιδί εξέφραζε άρνηση να μείνει μαζί μου με αρνητικά συναισθήματα που προφανώς του είχε υποβάλει ο πατέρας του. Η παρανόμως και καταχρηστικά χορηγηθήσα βεβαίωση αυτή χρησιμοποιήθηκε στο δικαστήριο εναντίον μου. Το παιδί μετεστραφή ενάντιων μου εντός είκοσι ημερών. Ήμουνα συντετριμμένη.
Τον Σεπτέμβριο συντετριμμένη και με όση δύναμη μου έμενε, ματαίως προσπάθησα να επικοινωνήσω με τον τέως σύντροφο μου για να προχωρήσουμε σε συμβουλευτική γονέων σε δημόσιο φορέα. Την ίδια ώρα που έχω προσπαθούσα να ανοίξω δίαυλους επικοινωνίας, εκείνος έχοντας την αποκλειστική επιμέλεια άλλαζε τηλέφωνα, έκανες φραγές κλήσεων ώστε να διακοπή κάθε μορφή επικοινωνίας με το παιδί.
Μετά από μια σειρά ψευδών κατηγοριών και χωρίς ποτέ να έχουν δικαστικά αποδειχθεί μου αφαιρέθηκε προσωρινά η επιμέλεια. Το παιδί πιεσμένο και τρομαγμένο, έλεγε στους δικαστές ότι θέλει να μείνει με τον πατερά του και όχι μαζί μου στην επαρχεία (προφανώς δελεαζόταν, όπως και μέχρι σήμερα δελεάζεται και δωροδοκείται)
Με νέα ασφαλιστικά μέτρα επικοινωνίας ορίστηκε να βλέπω το παιδί 2 ΣΚ το μήνα και 5 μέρες τα Χριστούγεννα. Σε οποιαδήποτε προσπάθεια μου όμως να εκτελέσω τη δικαστική απόφαση, αντιμετώπιζα την βίαιη συμπεριφορά εκ μέρους του πατερά του παιδιού μου και των ανιόντων του. Το αποτέλεσμα ήταν μια σειρά μηνύσεων από μέρους μου(περί των 10 τα τελευταία χρόνια).
Χωρίς να έχουν τρέξει οι μηνύσεις γίνονται δεύτερα ασφαλιστικά και ορίζεται (πέντε μήνες μετά χωρίς να έχω επαφή με το παιδί) να βλέπω το παιδί 3 ώρες κάθε Σάββατο παρουσία κοινωνικής λειτουργού της εταιρίας προστασίας ανηλίκων.
Όταν πια εφαρμόστηκε αυτού του είδους η επαφή σταδιακά η κοινωνική λειτουργός που μας συνόδευε αντιλήφθηκε την αποξένωση που είχε βιώσει το παιδί και τη μεθόδευση καθοδήγησης του, κατέθεσε σχετική έκθεση στον εισαγγελέα ανηλίκων και ξεκίνησε ένας νέος δικαστικός κύκλος.
Ξανά το παιδί μπροστά σε δικαστή να πιέζεται να πάρει θέση. Αυτή τη φορά δασκαλεμένο να μιλήσει για σεξουαλική κακοποίηση από τη πλευρά της μητρικής οικογενείας. Μετά από πολύ αγώνα ο Συνήγορος του παιδιού έκανε έρευνα και εξέδωσε πόρισμα όπου τόνιζε πως το παιδί έχει υποστεί γονική αποξένωση.
Ενάμισης χρόνος είχε περάσει πλέον με αυτή τη μηδαμινή επικοινωνία. Εκ των πραγμάτων το παιδί απομακρυνόταν όλο και περισσότερο από τη μητέρα του. Ταλαιπωρημένο το ίδιο ψυχολογικά τόσο από τις πιέσεις του πατρικού κύκλου, όσο και από τις εμφανίσεις σε δικαστικές αρχές, μέχρι που το 2016 εκδίδεται η απόφαση για την αγωγή επιμέλειες και αναγνωρίζει αμφότερους τους γονείς κατάλληλους και ορίζει πραγματογνώμονα ψυχολόγο για να εξετάσει τα σπίτια και των δυο και τις συνθήκες διαβίωσης μας για να αποφασίσει που είναι καλυτέρα να διαβιώνει για το παιδί. Η διαδικασία καθυστερούσε και μετά από δικές μου πιέσεις και μέχρι την ολοκλήρωση του ελέγχου από τις κοινωνικές υπηρεσίες κατάφερα να διασφαλίσω έστω 10 λεπτά το μην επικοινωνία με το παιδί στο γραφείο της κοινωνικής λειτουργού έως ότου αποκατασταθούν οι σχέσεις μας με το παιδί.
Αυτό εν τέλη έγινε η πάγια κατάσταση μέχρι που το παιδί δήλωσε ότι δε θέλει να με βλέπει και διεκόπη κάθε επικοινωνία μέχρι τον Οκτώβριο του 2019 που με πήρε τηλέφωνο. Ξεκινήσαμε να έχουμε κάποια επαφή, ενώ και αυτή σύντομα διακόπηκε λόγω covid-19. Το παιδί μου έλεγε διαφορές δικαιολογίες ότι ο μπαμπάς του φοβάται μην το κολλήσω ή μη με κολλήσει αυτό και έτσι βρεθήκαμε μια τελευταία φορά στα τέλη Μαΐου του 2020.
Από τότε υπάρχει αραιή τηλεφωνική επικοινωνία όταν και οπότε θέλει. Δεν έχει θελήσει να με δει από κοντά παρά το ότι εγώ το ζητούσα συνεχώς και το τηλέφωνο όταν καλώ δεν το σηκώνει.
Το παιδί μου πλέον έχει αποξενωθεί πλήρως από τη μητέρα του και από όλους τους συγγενείς του μητρικού του κύκλου. Έχασε και έχασα όλα τα τρυφερά παιδικά του χρόνια. Το μόνο που θα μπορούσε να μας είχε σώσει ήταν η εξ’ ορισμού κοινή επιμέλεια. Ένα καθεστώς οπού κάνεις εκ των δύο γονέων δεν θα μπορούσε να εφαρμόσει τέτοιου είδους αποξενωτικές πρακτικές. Η εφαρμογή της συνεπιμέλειας είναι μονόδρομος για να σταματήσουν τέτοιου είδους οικογενειακά δράματα. Ίσος χρόνος με τους δύο γονείς, εναλλασσόμενη κατοικία, ώστε να έχουν την ευκαιρία τα παιδία να αξιολογήσουν, συναναστραφούν και αγαπήσουν τόσο τους γονείς τους όσο και τις οικογένειες από τις δύο πλευρές.