Διεθνές περιοδικό για τα δικαιώματα των παιδιών 24

Διεθνές περιοδικό για τα δικαιώματα των παιδιών 24 (2016) 330-357

Διάκριση του πατέρα στο τομέα της Ελληνικής Δικαστικής Πρακτικής κηδεμονίας τέκνου.

Ηλίας Μπαντέκας, Καθηγητής Δημοσίου Διεθνούς Δικαίου, Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Brunel, Ηνωμένο Βασίλειο

Email: Ilias.Bantekas@brunel.ac.uk

Περίληψη – Συμπέρασμα

Τα ελληνικά οικογενειακά δικαστήρια ευνοούν συνήθως τις μητέρες σε διαδικασίες επιμέλειας παιδιών ακόμη και στις περιπτώσεις όπου η διαμονή με τον πατέρα θα ήταν σαφώς προς το καλύτερο συμφέρον του τέκνου.

Αυτή η απόκλιση μεταξύ του νόμου και της δικαστικής πρακτικής δικαιολογείται από τα δικαστήρια για φερόμενους βιο-κοινωνικούς λόγους, αλλά αυτοί δεν έχουν προσδιοριστεί ποτέ, πόσο μάλλον επεξεργαστεί με οποιονδήποτε τρόπο και με καμία θεωρία από τη πλευρά της νευροεπιστήμης ή της αναπτυξιακής ψυχολογίας. Αυτή η αυθαιρεσία και η ταυτόχρονη απουσία διασφάλισης δικαίου πηγάζει από την απουσία ειδικού συστήματος οικογενειακών δικαστηρίων. Ως αποτέλεσμα, οι δικαστές φοβούνται να εκφραστούν σε μη νομικούς τομείς, όπως η νευροεπιστήμη, ή αλλιώς έχουν λίγη επίγνωση των εξελίξεων σε αυτά τα πεδία. Αυτή η προκατάληψη φύλου έχει τις ρίζες της στη θεωρία των ταμπού. Με ήσσονος σημασίας εξαιρέσεις, οι ειδικοί συμφωνούν παγκοσμίως ότι η ανατροφή των παιδιών είναι ουδέτερη ως προς το φύλο. Τελικά, σε πολλές περιπτώσεις, οι ρυθμίσεις επικοινωνίας οδηγούν σε οικονομική ανταλλαγή για επιπλέον χρόνο επίσκεψης από τον πατέρα ή σταδιακό αποκλεισμό του πατέρα από τη ζωή του παιδιού. Η ζημιογόνος φύση ενός τέτοιου αποτελέσματος αναλύεται εδώ από την οπτική της νευροεπιστήμης.

Η ανθρωπολογική έρευνα είναι ένα εξαιρετικό εργαλείο για τη δοκιμή υποθέσεων σχετικά με την ασυμφωνία ενός κανόνα από την πραγματική του πρακτική. Οι σχετικοί παράγοντες, δηλαδή, όσοι επηρεάζουν και επηρεάζονται από τη σχετική πρακτική πλέον παρέχουν πολύτιμες πληροφορίες όχι μόνο για την ύπαρξη της απόκλισης αλλά και πώς και γιατί διατηρείται. Στην έρευνα, αποδείχθηκε ότι υπάρχει μια ενσωματωμένη θεσμική κουλτούρα στο ελληνικό δικαστικό σώμα σε σχέση με υποθέσεις που περιλαμβάνουν προσδιορισμούς επιμέλειας παιδιών. Αυτή η δικαστική κουλτούρα διακρίνει σαφώς υπέρ των γυναικών, ενώ οι άνδρες αναλαμβάνουν γενικά την επιμέλεια σε περιπτώσεις που είναι εξαιρετικά επιτακτικές ή που κάτι διαφορετικό δε θα ήταν απλώς άδικο, αλλά παράλογο. Προσπαθώντας να εξηγήσω αυτό το δικαστικό μοτίβο συνυπολογίστικαν πολλές μεταβλητές για αυτό το άρθρο. Η κύρια μεταβλητή μεταξύ αυτών είναι ότι η εκδίκαση οικογενειακών υποθέσεων από γυναικείου φύλου δικαστές διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στο σχηματισμό προκαταλήψεων υπέρ των μητέρων, ιδίως όταν μπορούν να «δουν» τη δική τους κατάσταση σε εκείνη μιας μητέρας που επιδιώκει την επιμέλεια των παιδιών της.

Αυτό όμως που παρατηρείται είναι ότι οι δικαστές εφαρμόζουν πρακτικές ταμπού σε σχέση με την απόδοση επιμέλειας στους γονείς γυναικείου φύλου. Αυτό το ταμπού κατ’ επέκταση γίνεται μια κοινώς αποδεκτή πρακτική ειδικότερα στις περιπτώσεις όπου η πολιτική πρακτική δεν έρχεται να την αμφισβητήσει. Στην Ελλάδα, προσφάτως μόνο έχουν αρχίσει αν ακούγονται οι επιστημονικές φωνές που τονίζουν την ίση γονεική ικανότητα στη πατρική φιγούρα, καθώς και τα οφέλη που απορρέουν από αυτή.

Το άρθρο αυτό επίσης επικεντρώνεται στην έλλειψη οποιουδήποτε επιστημονικού στοιχείου της νευροεπιστήμης, κοινωνιολογίας ή της επιστήμης της ψυχολογίας όταν οι δικαστές εξαγγέλλουν αποφάσεις περί κηδεμονίας. Τα δικαστήρια αρνούνται να ενσωματώσουν επιστημονικές έρευνες στις αποφάσεις τους, εφαρμόζοντας μια πρακτική μητρικής κηδεμονίας χωρίς να ασκείται καμία κρίση επί του πραγματικού συμφέροντος του τέκνου. Αυτή η πρακτική εν συνεχεία οδηγεί στη συστηματική ανάθεση επιμέλειας κατ’ αποκλειστικότητα στη μητέρα βασιζόμενη στη επικαλούμενη «βιοκοινωνική υπεροχή» της μητέρας χωρίς καμία απολύτως επιστημονική έρευνα να υποστηρίζει την αντίληψη.

Η επιστημονική έρευνα από την άλλη αναδεικνύει κάτι εντελώς διαφορετικό. Μητέρες και πατέρες έχουν διαφορετικούς αλλά αλληλοσυμπληρώμενους ρόλους στην ψυχική ανάπτυξη των παιδιών και σε καμία περίπτωση ο ρόλος του ενός δεν υπερτερεί του άλλου. Καθώς δεν υπάρχει εύκολος τρόπος εκτίμησης της καταλληλόλητας ενός ισότιμου γονέα έναντι του άλλου, η σωστή κριτική θα είχε περιορίσει πολλές από τις αδικίες έναντι γονέων και παιδιών όπως προκύπτουν από την πρακτική του Ελληνικού οικογενειακού δίκαιου θα είχαν αποφευχθεί. Επομένως προτείνεται η άμεση και υποχρεωτική συμμετοχή κοινωνιολογικών φορέων στα δικαστήρια ως απαραίτητη συνδρομή για την ορθή απόφαση υποθέσεων κηδεμονίας αντιμετωπίζοντας την εκάστοτε υπόθεση μεμονωμένα. Χαρακτηρίζεται ανεύθυνο για ένα δικαστή να παίρνει αποφάσεις που αφορούν το επίπεδο του γονέα, τον κοινωνικό του και οικογενειακό περίγυρό, τις ανάγκες του παιδιού, τη καταλληλόλητα του γονέα χωρίς τη σχετική συνδρομή κοινωνιολογικών και ψυχαναλυτικών φορέων. Αυτό αντιστοίχως σημαίνει ότι οι ελληνικές κοινωνικές υπηρεσίες θα πρέπει να ανασχηματιστούν ώστε να εξυπηρετούν και τις ανάγκες δικαστικών συνδρομών σε τέτοιου είδους δικαστικές αποφάσεις.

Όταν η στατιστικές έρευνες παρουσιάζουν τον Έλληνα πατέρα να θεωρεί άκαρπη τη προσπάθεια να διεκδικήσει τη κηδεμονία του παιδιού του, αντλείται το συμπέρασμα ότι τμήμα του πληθυσμού πρακτικά εξαιρείται του δικαιώματα της ίσης δικαστικής αντιμετώπισης, έχοντας επιπτώσεις όχι μόνο προς τους πατέρες αλλά και προς τα παιδιά τους. Ένας κακός γονέας δεν θα έπρεπε να επιτρέπεται να έχει πρόσβαση σε αίτημα κηδεμονίας όταν ο άλλος πρακτικά στερείται του δικαιώματος αυτού λόγο φύλου.

Αντίστοιχή νομολογία πρέπει να τεθεί από τα ανώτατα Δικαστήρια με τη συνδρομή κοινωνιολογικών φορέων και φορέων ψυχολογίας, ώστε να τεθεί ένα τέλος στην τυχαία διάκριση φύλλων. Αυτή η νομολογία θα πρέπει να βασίζεται σε ξεκάθαρες ψυχοκοινωνιολογικές έρευνες και προτάσεις με επεξηγήσεις που δε θα επιτρέπουν περιθώρια λαθών σε κατώτερα δικαστήρια. Είναι πλέον η αναγκαία η εφαρμογή οικογενειακών δικαστηρίων όπου θα αναπτύξουν αυτή τη φιλοσοφία και εν συνεχεία θα την επεκτείνουν ως προς την ορθή παραγωγικότητα τους. Χωρίς τέτοια δικαστήρια δεν μπορούμε να έχουμε πρόοδο στο τομέα του οικογενειακού δικαίου.

Σύμφωνα με έρευνα της εφημερίδας Βήμα της Κυριακής (Kapa Resaerch) 72% των ερωτηθέντων εξέφρασαν τη δυσαρέσκεια τους για τον οικονομικό αντίκτυπο που ακολουθεί των οικογενειακών δικαστηρίων σε επίπεδο κηδεμονίας ανηλίκων. Στις περισσότερες περιπτώσεις μητέρες έχουσες την αποκλειστική κηδεμονία του τέκνου απειλούσαν ή εφάρμοζαν στον έτερο γονέα επικοινωνιακό αποκλεισμό από το παιδί του απαιτώντας μεγαλύτερη οικονομική συνδρομή ως διατροφή. Η τακτική φυσικά είναι αναμενόμενη καθώς δεν υπάρχει αντίστοιχο πλήθος υποθέσεων όπου η κηδεμονία έχει αφαιρεθεί από τον γονέα που έχει αναλάβει δικαστικώς αυτή, λόγω κακής εφαρμογής δικαστικών αποφάσεων. Είναι δεδομένο ότι οι νομοθέτες που σε παλαιότερα χρόνια έθεσαν τους κανόνες προστασίας της αφοσιωμένης μητέρας στο σύζυγο και στην οικογένεια της, δεν το έπραξαν με σκοπό να οδηγήσουν σε δεύτερο χρόνο, μέσα από το δικαστικό σύστημα, ολόκληρες γενεές παιδιών σε αποξένωση από τους έτερους γονείς τους.

Leave a reply

Αστική Μη Κερδοσκοπική Εταιρεία με την επωνυμία «Κάθε παιδί χρειάζεται 2  Γονείς Αστική Μη Κερδοσκοπική Εταιρεία» και τον διακριτικό τίτλο «A Child Needs 2 Parents ΑΜΚΕ»

Άρθρα

Επικοινωνία

Παναγή Τσαλδάρη 309
Νίκαια
ΤΚ: 18453

Υποστήριξη

Με ενθουσιώδεις εθελοντές, είμαστε έτοιμοι να σας στηρίξουμε οποιαδήποτε στιγμή.