Γίνεται όλο και πιο κοινωνικά αποδεκτό να κόψει κάποιος τους δεσμούς του με μέλη της οικογένειάς του, αν θεωρεί ότι του κάνουν κακό. Ακαδημαϊκοί ερευνητές και ψυχοθεραπευτές αναφέρουν πως είναι μάρτυρες μιας «σιωπηλής επιδημίας» οικογενειακών χωρισμών.
03/01/23 Έφη Ζέρβα
Παρά την έλλειψη επίσημων στοιχείων, υπάρχει αυξανόμενη αίσθηση σε ψυχοθεραπευτές, ψυχολόγους και κοινωνιολόγους πως ένας συνειδητός «χωρισμός» παιδιού-γονέα σημειώνει άνοδο στις χώρες της Δύσης.
Ο όρος «αποξένωση» δεν καλύπτει τις συνηθισμένες περιπτώσεις. Χρησιμοποιείται ευρέως για περιπτώσεις στις οποίες κάποιος διακόπτει κάθε επικοινωνία με έναν ή περισσότερους συγγενείς του, μια κατάσταση που συνεχίζεται για μεγάλο διάστημα, ακόμα και αν εκείνοι από τους οποίους απομακρύνθηκε προσπαθήσουν να επανασυνδεθούν.
«Το να πει κάποιος “Μέχρι εδώ” σε μέλος της οικογένειάς του, είναι ένα ισχυρό και διακριτό φαινόμενο», εξηγεί ο Καρλ Άντριου Πίλμερ, καθηγητής Ανθρώπινης Ανάπτυξης στο Πανεπιστήμιο Κορνέλ των ΗΠΑ. Όπως αναφέρει, «είναι διαφορετικό από οικογενειακές έριδες, σφοδρές συγκρούσεις και σχέσεις που είναι συναισθηματικά απόμακρες, αλλά περιλαμβάνουν επαφή».
Ο Πίλμερ είδε πως υπήρχαν ελάχιστες μεγάλες έρευνες για την οικογενειακή αποξένωση, και διεξήγαγε μία εθνικής εμβέλειας έρευνα για το βιβλίο του Fault Lines: Fractured Families and How to Mend Them (2020). Σύμφωνα με αυτή, πάνω από ένας στους τέσσερις Αμερικανούς ανέφεραν πως είναι αποξενωμένοι από άλλον συγγενή.
Παρόμοια έρευνα για τον κοινωφελή οργανισμό Stand Alone στη Βρετανία καταδεικνύει πως το φαινόμενο επηρεάζει μία στις πέντε οικογένειες στη χώρα, ενώ ακαδημαϊκοί ερευνητές και ψυχοθεραπευτές σε Αυστραλία και Καναδά αναφέρουν πως είναι μάρτυρες μιας «σιωπηλής επιδημίας» οικογενειακών χωρισμών.
Στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης παρατηρείται έκρηξη ομάδων στήριξης για ενήλικες που αποφάσισαν να απομακρυνθούν από τους γονείς τους. Το γεγονός πως τα περιστατικά αποξένωσης μεταξύ γονιών και των ενήλικων παιδιών τους φαίνεται να αυξάνονται -ή τουλάχιστον να συζητιούνται όλο και περισσότερο- οφείλεται σε ένα σύνθετο ιστό πολιτισμικών και ψυχολογικών παραγόντων. Η τάση αυτή προκαλεί πολλά ερωτήματα σχετικά με την επίδραση που έχει, τόσο στα μεμονωμένα άτομα όσο και στην κοινωνία.
Παρόλο που η έρευνα είναι περιορισμένη, οι περισσότεροι χωρισμοί αυτού του είδους τείνουν να γίνονται με πρωτοβουλία του παιδιού, λέει ο Τζόσουα Κόλμαν, ψυχολόγος και συγγραφέας του βιβλίου The Rules of Estrangement: Why Adult Children Cut Ties and How to Heal the Conflict. Μία από τις πιο συνηθισμένες αιτίες είναι η ψυχολογική, λεκτική, σωματική ή σεξουαλική κακοποίηση από τον γονέα, στο παρελθόν ή στο παρόν.
Συχνός παράγοντας είναι και το διαζύγιο, με συνέπειες που κυμαίνονται από το ενήλικο παιδί να «διαλέγει στρατόπεδο», μέχρι την είσοδο στην οικογένεια νέων μελών, με πιθανό αποτέλεσμα την ανακίνηση θεμάτων διαχωρισμού «οικονομικών και συναισθηματικών πόρων».
Η σύγκρουση αξιών, θεωρείται πως παίζει ρόλο όλο και περισσότερο σε μια τέτοια απόφαση. Σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύτηκε τον Οκτώβριο του 2021 από το Πανεπιστήμιο του Ουισκόνσιν στις ΗΠΑ, πάνω από μία στις τρεις μητέρες παιδιών που αποξενώθηκαν αναφέρουν αξιακές διαφωνίες.
Η πρόσφατη έρευνα επίσης υπογραμμίζει τις διαφοροποιήσεις στις αξίες ως «μείζονα παράγοντα» στην αποξένωση, με τις συγκρούσεις να απορρέουν από ζητήματα όπως σεξουαλικές προτιμήσεις, θρησκευτικές διαφορές ή την υιοθέτηση εναλλακτικού τρόπου ζωής.
Οι ειδικοί πιστεύουν πως, κατά ένα μέρος, αυτό οφείλεται στην αυξανόμενη πολιτική και πολιτισμική πόλωση των τελευταίων ετών. Στις ΗΠΑ, δημοσκόπηση της Ipsos κατέγραψε άνοδο των οικογενειακών ρήξεων μετά τις εκλογές του 2016, ενώ μελέτη ακαδημαϊκών του Πανεπιστήμιου του Στάνφορντ το 2012 έδειχνε πως οι περισσότεροι γονείς θα ήταν δυστυχείς, εάν τα παιδιά τους παντρεύονταν κάποιον που υποστήριζε αντίπαλο πολιτικό κόμμα κάτι που ίσχυε πολύ λιγότερο μία δεκαετία πριν.
Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα στο Ηνωμένο Βασίλειο, ένα στα δέκα άτομα είχε τσακωθεί με συγγενή του για το Brexit. Φαίνεται πως η ταυτότητα έχει καταστεί πολύ πιο κρίσιμος παράγοντας σύμφωνα με τον οποίο επιλέγουμε ποιους θα κρατήσουμε κοντά μας και ποιους θα αφήσουμε.
Τα κοινωνικά ζητήματα είναι ένας άλλος λόγος οικογενειακής αποξένωσης. Κινήματα όπως το Black Lives Matter και MeToo όπως και ζητήματα που συνδέονταν με την πανδημία, με ηλικιωμένους γονείς να αρνούνταν να εμβολιαστούν και συνωμοσιολογιακές θεωρίες σχετικά με την προέλευση του ιού φαίνεται πως έφεραν σε ρήξη γονείς και παιδιά.
Οι ειδικοί πιστεύουν πως η αυξανόμενη ευαισθησία για την ψυχική υγεία και το πώς οι τοξικές ή κακοποιητικές οικογενειακές σχέσεις μπορεί να επηρεάσουν τη ζωή μας έχουν επίδραση στην απόφαση για αποξένωση.
Οι οικογενειακές συγκρούσεις ή η επιθυμία μας να προστατευτούμε από αυτές δεν είναι κάτι καινούριο. Η θεώρηση της αποξένωσης ως έκφραση προσωπικής ανάπτυξης, όπως συχνά γίνεται σήμερα, είναι σίγουρα κάτι το πρωτόγνωρο.
Η Σαμ, που είναι στα είκοσι της και ζει στο Ηνωμένο Βασίλειο, λέει πως μεγάλωσε σε ασταθείς συνθήκες, σε ένα σπίτι όπου και οι δύο γονείς έπιναν πολύ. Σχεδόν σταμάτησε να τους μιλάει μόλις έφυγε για να σπουδάσει, και έκοψε για τα καλά τις επαφές, όταν είδε τον πατέρα της να κακοποιεί λεκτικά τον εξάχρονο ξάδελφό της σε μια κηδεία. Η ψυχοθεραπεία τη βοήθησε να αναγνωρίσει τις δικές της εμπειρίες ως «κάτι περισσότερο από “κακές συνθήκες ανατροφής”» και να επεξεργαστεί τις ψυχολογικές συνέπειες. «Κατάλαβα πως “κακοποίηση” και “παραμέληση” ήταν λέξεις που χαρακτήριζαν την παιδική μου ηλικία. Το ότι δεν με χτυπούσαν, δεν σημαίνει ότι δεν έχω τραύματα», λέει χαρακτηριστικά.
Η ίδια πιστεύει πως «γίνεται όλο και πιο κοινωνικά αποδεκτό» να κόψει κάποιος τους δεσμούς του με μέλη της οικογένειας: «Πλέον συζητούμε ευρύτερα για την ψυχική υγεία και λες πιο εύκολα, “Αυτοί οι άνθρωποι μου κάνουν κακό”. Επίσης, αισθανόμαστε μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση να θέσουμε τα όριά μας και να πούμε “όχι”».
Η άνοδος του ατομισμού, η αυξημένη επικέντρωση στην προσωπική μας ευημερία είναι μια παγκόσμια τάση. Είναι πολλοί πλέον εκείνοι που στηρίζονται πολύ λιγότερο σε συγγενείς, σε σύγκριση με τις προηγούμενες γενιές. Οι αυξημένες ευκαιρίες για εργασία σε διαφορετικές πόλεις, ή ακόμα και χώρες, από τις οικογένειές μας, μπορούν επίσης να διευκολύνουν έναν χωρισμό από τους γονείς μας, απλώς προσθέτοντας τον παράγοντα της φυσικής απόστασης.
Χωρίς οικογένεια
Υπάρχουν κάποια πολύ θετικά στοιχεία για πολλούς αποξενωμένους ενήλικες οι οποίοι διέκοψαν τις καταστροφικές, όπως θεωρούν, σχέσεις με τους γονείς τους. Υπάρχουν όμως και άλλα στοιχεία, όπως τα συναισθήματα φόβου και ανασφάλειας που επικρατούν σε ανθρώπους αποκομμένους από τις οικογένειές τους. Επιπρόσθετα, χάνονται πρακτικά οφέλη. Για παράδειγμα, η υλική υποστήριξη και η αίσθηση ότι ανήκουμε σε μια ομάδα ανθρώπων που γνωρίζει καλά ο ένας τον άλλον.
Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, φαίνεται ότι οξύνθηκαν τα συναισθήματα μοναξιάς και το στίγμα για πολλά αποξενωμένα άτομα. Η «έκρηξη του zoom» βοήθησε κάποιες οικογένειες να νιώσουν πιο κοντά και να επικοινωνούν πιο συχνά. Όμως, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα στο Ηνωμένο Βασίλειο, κατά την περίοδο της καραντίνας, ενήλικες που είχαν αποξενωθεί ένιωσαν πιο έντονα ότι ήταν αποκομμένοι από την οικογένειά τους.
Άλλες μελέτες αναφέρουν πως τα Χριστούγεννα και οι θρησκευτικές εορτές αποτελούν ιδιαίτερες προκλήσεις για άτομα που έχουν αποξενωθεί από τους γονείς τους.
Επίσης, η επιλογή μας να μην έχουμε επαφές με τους γονείς μας μπορεί να έχει παράπλευρες συνέπειες στους μελλοντικούς οικογενειακούς δεσμούς και στις παραδόσεις. «Αυτό για το οποίο μετανιώνω περισσότερο, είναι που τα παιδιά μου μεγαλώνουν χωρίς τους παππούδες τους. Είναι προτιμότερο από το να τους λένε ούτε κι εγώ ξέρω τι, όμως νιώθω ότι τα παιδιά μου στερούνται αυτή την εμπειρία», λέει κάποιος. Φυσικά, όλα αυτά έχουν επίδραση και στους γονείς, που, συχνά χωρίς να το θέλουν, τα παιδιά τους τους αποκόπτουν από τις ζωές τους και, δυνητικά, από τα εγγόνια τους. Εκτός από το ότι χάνουν τη θέση τους σύμφωνα με όσα ορίζει ο θεσμός της παραδοσιακής οικογένειας, συνήθως «εκφράζουν βαθιά συναισθήματα απώλειας, τύψεων και θλίψης».
Ωστόσο οι ειδικοί πιστεύουν πως η τάση του «χωρισμού» μεταξύ γονιού και παιδιού θα συνεχιστεί.
«Οι οικογενειακές σχέσεις θα βασίζονται πολύ περισσότερο στην επιδίωξη της ευτυχίας και της προσωπικής ανάπτυξης, και λιγότερο στο καθήκον, στην υποχρέωση ή στην ευθύνη», αναφέρει ο Κόλμαν.
Σύμφωνα με τον Πίλμερ, δεν θα πρέπει να αποκλείσουμε το ενδεχόμενο της προσπάθειας για γεφύρωση του χάσματος, ειδικά όταν αιτία είναι διαφορετικές αξίες ή πολιτικές απόψεις, σε αντίθεση με κακοποιητικές ή καταστροφικές συμπεριφορές.
«Εάν η σχέση ήταν σχετικά στενή -ή τουλάχιστον, χωρίς συγκρούσεις-, υπάρχουν στοιχεία που δείχνουν πως μπορεί να αποκατασταθεί. Ωστόσο, αυτό θα περιλαμβάνει και μια “αποστρατικοποιημένη ζώνη”, όπου δεν θα επιτρέπεται η συζήτηση για πολιτικά», σημειώνει ο ίδιος.
Για τις ανάγκες του βιβλίου του, πήρε συνέντευξη από πάνω από 100 αποξενωμένα άτομα που είχαν συμφιλιωθεί με επιτυχία με τις οικογένειές τους, και πολλοί χαρακτήριζαν τη διαδικασία αυτή ως «κινητήρια δύναμη για την προσωπική τους ανάπτυξη».
«Η γεφύρωση του χάσματος δεν είναι για όλους. Όμως για κάποιους, ακόμα και αν η σχέση αυτή δεν είναι τέλεια, αποτελεί πηγή αυτοεκτίμησης και προσωπικής περηφάνιας», αναφέρει ο Πίλμερ.
Η συντριπτική πλειοψηφία των ψυχοθεραπευτών πάντως επιμένει στην αποκατάσταση των σχέσεων με τους γονείς μας, γιατί, όπως λένε χαρακτηριστικά, τους «κουβαλάμε» μέσα μας σε όλη μας τη ζωή.