Εναλλασσόμενη κατοικία τέκνου
Γιάννης Βαλμαντώνης
Ι. Κριτήρια επιλογής και προτερήματα της εναλλασσόμενης κατοικίας
Ο Ν. 4800/2021 θεωρείται γνωστός ως νόμος για τη συνεπιμέλεια. Στο διεθνή χώρο
υφίστανται δυο μορφές της: Η φυσική συνεπιμέλεια ή εναλλασσόμενη κατοικία (joint physical custody
ή shared custody), που προβλέπει τη διατήρηση στενών σχέσεων των παιδιών με τους δύο γονείς και
το μοίρασμα του χρόνου διαμονής τους κατά ποσοστό τουλάχιστον 1/3 με το γονέα που έχει
δευτερεύοντα ρόλο στην ανατροφή του (less involved). Από την άλλη, η νομική συνεπιμέλεια (joint
legal custody) περιλαμβάνει τη συναπόφαση των γονέων σε σημαντικά θέματα των παιδιών τους, αλλά
δεν χαρακτηρίζεται από την ισόχρονη παρουσία και των δυο γονέων, καθόσον περιορίζει τη μόνιμη
διαμονή του παιδιού στον ένα γονέα. Ο γονέας με τον οποίο διαμένει το τέκνο μαζί του θα έχει συχνότερη επαφή μαζί του, ενώ ο άλλος θα έχει δικαίωμα επικοινωνίας με το παιδί.
Στα προτερήματα της εναλλασσόμενης κατοικίας, σύμφωνα με την νομολογία του Ανώτατου
Δικαστηρίου (Tribunal Supremo) της Ισπανίας συγκαταλέγονται: α) η προώθηση της επαφής του
ανηλίκου και με τους δύο γονείς, με την αποφυγή της ανισορροπίας στο χρόνο της παρουσίας τους, β)
η έλλειψη του αισθήματος της απώλειας, γ) η μη αμφισβήτηση της καταλληλότητας των γονέων και δ)
η ενθάρρυνση της συνεργασίας των γονέων, προς όφελος του ανηλίκου, που αναπτύσσεται
αποτελεσματικά1
.
Η χρονική κατανομή της γονικής μέριμνας δίνει προβάδισμα στη διατήρηση της προσωπικής,
άμεσης και ισόρροπης επαφής του τέκνου και με τους δυο γονείς του. Το παιδί έχει δυο λειτουργικά
σπίτια (dual residence), την πατρική και μητρική του κατοικία. Ο δικαστής εξετάζει ιδίως για τη
χορήγησή της: α) τη γειτνίαση των κατοικιών των γονέων, προκειμένου να μη διαταράσσεται το
περιβάλλον του ανήλικου τέκνου, β) την ηλικία των τέκνων, καθόσον πρέπει να εφαρμόζεται με φειδώ
στα παιδιά σε τρυφερή ηλικία2
και γ) τη δυνατότητα μιας ανεκτής συνεννόησης μεταξύ των διαδίκων3
.
Άλλα κριτήρια, αποτελούν οι οικονομικές δυνατότητες των γονέων, η επαγγελματική ευελιξία και η
διαθεσιμότητα τους, η διάθεση και από το δεύτερο γονέα μιας αξιοπρεπούς οικίας για την ανάπτυξη
του παιδιού, η ύπαρξη ικανού υποστηρικτικού περιβάλλοντος και η βούληση του τέκνου4
. Κατά την
περίοδο της πανδημίας, ιταλικά δικαστήρια5
στράφηκαν προς την εναλλασσόμενη διαμονή του τέκνου
(ανά δεκαπενθήμερο), με σκοπό τον περιορισμό των άσκοπων μετακινήσεων και τη μείωση του
επιδημιολογικού κινδύνου. Αρνητικές προϋποθέσεις αποτελούν οι περιπτώσεις της κακοποίησης ή της
παραμέλησης του παιδιού και της ενδοοικογενειακής βίας6
. Από τη δημοσιευμένη νομολογία στη χώρα
μας, καθοριστικό ρόλο για της επιλογή της εναλλασσόμενης κατοικίας από το δικαστήριο είχαν η
γνώμη του παιδιού που εκδήλωσε την επιθυμία να μην αποχωριστεί τους δυο γονείς του7
, η επιτυχής
εφαρμογή της χρονικής κατανομής για πολλά χρόνια8
, η ανάλωση αρκετού χρόνου με τα τέκνα του
από το γονέα που δεν συγκατοικεί μαζί τους9
και η μη ύπαρξη άλλου κατιόντος10
Μέχρι τώρα τα δικαστήρια έχουν κατανείμει χρονικά τη γονική μέριμνα μεταξύ των γονέων,
ανά μήνα ή δεκαπενθήμερο. Υπάρχουν όμως και άλλα παραδείγματα ισόρροπης επαφής και με τους
δυο γονείς:
α) Το πιο σύνηθες μοντέλο στο διεθνή χώρο είναι η εναλλαγή ανά εβδομάδες. Αυτό το
μοντέλο έχει το προτέρημα να κατανέμει ισομερώς και για μεγάλο χρονικό διάστημα το χρόνο
παρουσίας του παιδιού με κάθε γονέα, χωρίς όμως ο άλλος γονέας να διατηρεί μια συνεχή σχέση μέσα
στην εβδομάδα με το παιδί του, εκτός από την τηλεφωνική επαφή.
β) Τις δυο πρώτες μέρες της εβδομάδας (Δευτέρα και Τρίτη) με τον ένα γονέα, τις δυο
επόμενες ημέρες (Τετάρτη και Πέμπτη) με τον έτερο γονέα και το Παρασκευοσαββατοκύριακο
εναλλάξ. Το σύστημα αυτό ανταποκρίνεται στην ισόχρονη παρουσία, αλλά έχει το μειονέκτημα λόγω
της εναλλαγής των γονέων μέσα στην εβδομάδα να παρουσιάζεται μια δυσχέρεια στην οργάνωση του
προγράμματος των παιδιών.
γ) Την πρώτη εβδομάδα, το Παρασκευοσαββατοκύριακο (από Παρασκευή απόγευμα μέχρι
Δευτέρα πρωί στο σχολείο) στο δικαιούχο γονέα καθώς και μια καθημερινή ημέρα (χωρίς
διανυκτέρευση) και την επόμενη εβδομάδα που το παιδί θα περνά το Σαββατοκύριακο με το γονέα που
διαμένει μαζί, μια διανυκτέρευση κατά τις καθημερινές ημέρες (από το μεσημέρι μέχρι το πρωί της
επόμενης ημέρας). Αυτό το μοντέλο, έχει το προτέρημα να διατηρεί σταθερότητα επαφής με τους δυο
γονείς σε συγκεκριμένες ημέρες εντός της εβδομάδας, διευκολύνοντας την καλύτερη οργάνωση του
παιδιού, αλλά ανταποκρίνεται σε ποσοστό επικοινωνίας 1/3 του συνολικού χρόνου του το
δεκαπενθήμερο.
δ) Ένα μοντέλο χρονικής κατανομής της γονικής μέριμνας, που βρίσκει μικρή πρακτική
εφαρμογή, είναι αυτός που τα ανήλικα τέκνα διαμένουν στην ίδια οικία και εναλλάσσονται οι γονείς
(Nesting Model). Το σύστημα όμως αυτό απαιτεί τη διατήρηση τριών κατοικιών, που προϋποθέτει ότι
οι γονείς είναι οικονομικά εύρωστοι ή τη στήριξη των παππούδων ή συγγενών για τη διαμονή τους, τις
περιόδους που δεν συγκατοικούν στη συζυγική οικία.
Επίσης οι γονείς έχουν τη δυνατότητα μέσα στην εβδομάδα να μοιράζουν τις εξωσχολικές
δραστηριότητες του τέκνου, όπως για παράδειγμα ο πατέρας να πηγαίνει το παιδί στο ποδόσφαιρο και
η μητέρα να το συνοδεύει στην κολύμβηση.
ΙΙ. Οι τάσεις της νομολογίας
Στη νομολογία εμφανίζονται δυο διαφορετικές τάσεις. Σύμφωνα με την κρατούσα άποψη11, η
εναλλασσόμενη κατοικία απαιτεί μία πραγματική συνεργασία μεταξύ των γονέων στις επιλογές και στη
διαχείριση των αναγκών του ανήλικου παιδιού. Η διαφορετική φιλοσοφία τους ως προς τον τρόπο
ανατροφής και διαπαιδαγώγησης συνιστά αποτρεπτικό παράγοντα για την χρονική κατανομή της γονικής
μέριμνας, καθόσον θα καθιστούσε τα τέκνα δέκτες διαφορετικών υποδείξεων, προτροπών και μηνυμάτων, με
αναπόφευκτες συνέπειες στη ψυχοσύνθεσή τους και με προφανή τον κίνδυνο για τη διάσπαση της
προσωπικότητας τους12. Επίσης η συνεπιμέλεια (υπό τη μορφή της εναλλασσόμενης κατοικίας), δεν μπορεί
να λειτουργήσει προς όφελος του τέκνου, όταν δεν αποτελεί αντικείμενο συναπόφασης των γονέων, αλλά
επιβαλλόμενη απόφαση του δικαστή13
.
Πρόσφατα, ο Άρειος Πάγος με την υπ’ αρ. 1016/2019 απόφασή του14 έκρινε την
εναλλασσόμενη κατοικία ως καταρχήν αντίθετη προς το συμφέρον του παιδιού, το οποίο επιβάλλει
σαφήνεια ρόλων και σταθερό περιβάλλον. Επιπλέον, επισήμανε ότι η πολύ εκτεταμένη επικοινωνία
του δικαιούχου γονέα πρόκειται στην ουσία για εναλλαγή της επιμέλειας του παιδιού15. Στην απόφαση
αυτή αναφέρεται ότι η εναλλασσόμενη επιμέλεια κατακρίνεται έντονα από τη νομική θεωρία16 και
τους παιδοψυχιάτρους και παιδοψυχολόγους στην Ευρώπη και στην Αμερική. Σύμφωνα με τα
πορίσματα της επιστήμης, οι ανάγκες των παιδιών δεν μπορούν να εξασφαλιστούν με απλό μοίρασμα
του χρόνου τους μεταξύ των δύο γονιών, που αποβαίνει σε βάρος της ψυχοσυναισθηματικής
ισορροπίας τους. Η ανάπτυξη σε ένα σταθερό, υγιές και αρμονικό περιβάλλον επιτυγχάνεται χάρη στο
σταθερό χώρο κατοικίας, στη σταθερότητα του βασικού προσώπου φροντίδας, στο ήρεμο κλίμα που
επικρατεί στις οικογενειακές σχέσεις καθώς και τη σαφήνεια των ρόλων, των χώρων και των
σχέσεων17
Η θέση αυτή δεν είναι αναντίρρητη. Κατά διαφορετική προσέγγιση18 που υποστήριξε ο ομιλών, με
την εναλλασσόμενη κατοικία, κατοχυρώνεται μια καλύτερη ισορροπία ανάμεσα στους γονείς, στη φροντίδα
και ανατροφή του τέκνου, προσφέροντας στον ανήλικο τη δυνατότητα να διαβιεί στην καθημερινή του ζωή
τόσο με τον πατέρα όσο και τη μητέρα. Η σημερινή δομή της οικογένειας είναι διαφορετική, καθόσον η
γυναίκα λόγω της επαγγελματικής της απασχόλησης βρίσκεται πλέον σε δυσκολία να φροντίσει μόνη της τα
τέκνα, ενώ η σχέση των πατέρων με τα τέκνα τους δεν είναι η ίδια με αυτή που επικρατούσε παλαιότερα και
συχνά επιθυμούν να είναι ενεργοί στην ανατροφή και τη φροντίδα του παιδιού τους. Έχει παρατηρηθεί ότι
δυο σαββατοκύριακα εναλλάξ το μήνα, δεν επιτρέπουν στο γονέα που δεν διαμένει με το τέκνο να ασκήσει
μια πραγματική επιρροή στην ανατροφή του. Τα παιδιά που ζουν εναλλάξ και με τους δυο γονείς με ίση
κατανομή του χρόνου, ανέφεραν υψηλότερα επίπεδα ικανοποίησης από τη ζωή τους από εκείνα που
υπάγονται σε άλλη ρύθμιση για χωρισμένες οικογένειες
19. Επιπλέον κατέδειξαν τις αρνητικές επιπτώσεις
που προέρχονται από την αποκλειστική επιμέλεια, στην οποία ο χρόνος συναναστροφής του παιδιού με το
λιγότερο ευνοημένο γονέα είναι κάτω του 33%20
Το κριτήριο της έλλειψης συνεργασίας των γονέων21 κατακρίνεται ότι ωθεί το γονέα που
επιθυμεί την αποκλειστική επιμέλεια να μην είναι συνεργάσιμος και να προκαλεί την αντιδικία22. Η
τυχόν εξάρτηση της χρονικής κατανομής της γονικής μέριμνας από τη διάθεση συνεργασίας των
γονέων αποδυναμώνει τη συγκεκριμένη λύση, διότι αφήνει τη δυνατότητα στον γονέα που είναι
περισσότερο συναισθηματικά δεμένος με τα παιδιά να τα επηρεάσει σε βάρος του άλλου γονέα και να
επιτύχει μέσω της άρνησής του να συνεργαστεί για μια τέτοια λύση, το μείζον, ήτοι να ασκεί αυτός
αποκλειστικά τη γονική μέριμνα ή επιμέλεια των τέκνων, περιθωριοποιώντας τον άλλο γονέα23.
Γνώμονας για τη σχετική απόφαση του δικαστηρίου είναι μόνο το συμφέρον του ανήλικου τέκνου,
όπως τούτο κρίνεται σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση χωριστά, ανάλογα με τις ιδιαιτερότητες της
κάθε υπόθεσης.
Οι δυο διαφορετικές θέσεις της νομολογίας στηρίζονται στα πορίσματα της επιστήμης και
ερευνών που προέρχονται από άλλες χώρες24. Οι αμερικανικές και σκανδιναβικές μελέτες κατά κανόνα
τάσσονται υπέρ της συνεπιμέλειας, ακόμη και αν τα τέκνα είναι νήπια και δεν υπάρχει συνεργασία
μεταξύ των γονέων25. Αντίθετα αρκετοί γάλλοι ψυχίατροι26 και παιδοψυχολόγοι είναι πιο
μετριοπαθείς, θέτουν σε αμφισβήτηση τα οφέλη της εναλλασσόμενης κατοικίας που δεν είναι προϊόν
της συνεργασίας των γονέων και δίνουν έμφαση στη σταθερότητα των συνθηκών ανάπτυξης του
παιδιού, που δημιουργεί ένα αίσθημα ασφάλειας.
Οι γονείς, παρά τη ρήξη στις διαπροσωπικές σχέσεις, οφείλουν προς όφελος του συμφέροντος
του τέκνου να πράξουν ό,τι είναι δυνατό για να υπερβούν τα εμπόδια άσκησης της κοινής γονικής
μέριμνας. Για το λόγο αυτό, δεν ασκούν ουσιώδη επιρροή οι αναμενόμενες έριδες από τη ματαίωση
των προσωπικών προσδοκιών λόγω της διάσπασης του έγγαμου βίου27. Θα πρέπει να γίνει κατανοητό
ότι όταν υπάρχουν παιδιά, απαιτείται συνεννόηση στα πράγματα, με συνέπεια να οπισθοχωρούν οι
πικρίες, οι θυμοί και οι δυσκολίες. Για τη μη επιλογή της συνεπιμέλειας, σύμφωνα με την αλλοδαπή
νομολογία, απαιτείται να συντρέχει μια βαριά και μόνιμη ρήξη της σχέσης των γονέων που προκαλεί
συγκεκριμένη ζημία στο τέκνο28
.
ΙΙΙ. H χρονική κατανομή της γονικής μέριμνας υπό το καθεστώς του Ν. 4800/2021
Το νομοσχέδιο της νομοπαρασκευαστικής επιτροπής με πρόεδρο τον εισαγγελέα του Αρείου
Πάγου ε.τ. Ι. Τέντε προέβλεπε ρητή διάταξη για την εναλλασσόμενη κατοικία29. Αντίθετα ο Ν.
4800/2021 που υπέστη βελτιώσεις από τους αποσπασμένους δικαστές στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, αν
και απάλειψε τη ρητή μνεία της χρονικής κατανομής30, εισήγαγε το μαχητό τεκμήριο επικοινωνίας του
1/3 του συνολικού χρόνου του παιδιού31. Δυνάμει του άρθρου 1514§3εδ.α ΑΚ, που ορίζει ότι μπορεί
ανάλογα με την περίπτωση να κατανείμει (σε χρονικούς ή λειτουργικούς συνδυασμούς) την άσκηση
της γονικής μέριμνας μεταξύ των γονέων, το δικαστήριο δύναται να διατάξει τη χρονική κατανομή της
γονικής μέριμνας. Αποτελεί μια από τις δυνατότητες του δικαστηρίου32, με την οποία παραμένει η
υποχρέωση καταβολής της διατροφής (έστω και μειωμένη)33 και πρέπει να εξετάζεται η
καταλληλότητά της κατά περίπτωση (case by case), χωρίς αυτοματισμούς. Για το λόγο αυτό, δεν
πρέπει να θεωρείται ούτε υποχρεωτική αλλά ούτε και εξαιρετική επιλογή34
.
Υποστηρίζεται από μέρος της νομικής θεωρίας ότι η εναλλασσόμενη κατοικία θα επηρεάσει
τη σταθερότητα στη ζωή του παιδιού, καθιστώντας το «περιφερόμενο μπαλάκι»35, «ταχυδρομικό
δέμα» και «βαλιτσάκι» που πηγαινοέρχεται μεταξύ των γονέων. Η σταθερότητα όμως δεν έγκειται στο
χώρο, αλλά στο πρόσωπο των γονέων, από τους οποίους χρειάζεται τη στοργή τους. Η κατανομή του
χρόνου του παιδιού στη μητρική και πατρική οικία θεωρείται ευεργετική και απαραίτητη για την
προστασία της ισόρροπης ανάπτυξης του παιδιού, καθόσον θα εξακολουθούν να υφίστανται οι
συναισθηματικές σταθερές που, ήδη, έχουν διαμορφωθεί στην ζωή του, πριν από τον χωρισμό του
ζευγαριού36. Επιπλέον, τα παιδιά ασχολούνται με διαφορετικά πράγματα στις δυο λειτουργικές
κατοικίες και εξοικειώνονται εύκολα στις αλλαγές, ειδικά όταν πρόκειται για τη δική τους οικογένεια.
Επικρίθηκε επίσης ότι αν επιδιώκεται παράλληλα η συναπόφαση και η εναλλασσόμενη
κατοικία, το σύστημα θα είναι πολύ δυσλειτουργικό37. Συνεπιμέλεια, ουσιαστικά σημαίνει
συναπόφαση σε σημαντικές αποφάσεις και επαρκής (όχι απαραίτητα ισόχρονος)38 χρόνος επαφής του
παιδιού με το γονέα με τον οποίο δεν συγκατοικεί39. Αρκετές αποφάσεις επιχειρούν να απαλύνουν τις
τεταμένες σχέσεις των γονέων, δίνοντας τους την ευκαιρία να επανατοποθετηθούν και να
επαναπροσδιορίσουν τις απόψεις τους ως προς τη διάθεση της μεταξύ τους συνεργασίας στο ζήτημα
της ανατροφής και φροντίδας των ανήλικων τέκνων40. Προτρέπουν μάλιστα και τους δυο γονείς να
λειτουργήσουν υποστηρικτικά στη δημιουργία και στη διατήρηση ομαλής σχέσης και ψυχικού δεσμού
των τέκνων με αμφότερους, όπου ο δικαιούχος την επικοινωνία γονέας οφείλει να μην επηρεάζει
αρνητικά τα τέκνα έναντι του άλλου γονέα, αλλά και ο γονέας που διαμένει μαζί τους να μην
υπονομεύει με κανένα τρόπο τη σχέση των ανήλικων με τον έτερο γονέα41.
Στο πρώιμο ιδίως στάδιο των ασφαλιστικών μέτρων, που αρκετές φορές συντελείται η
αποκοπή του τέκνου με το γονέα με τον οποίο δεν διαμένει, η εφαρμογή της εναλλασσόμενης
κατοικίας μπορεί να μετριάσει την όξυνση των οικογενειακών αντιδικιών και να συμβάλλει στη
συμβιβαστική επίλυση της διαφοράς (άρθρο 611 ΚΠολΔ)42. Παράλληλα αποτελεί ένα δοκιμαστικό
στάδιο, προκειμένου το τέκνο να διαμορφώσει γνώμη για την καταλληλότητα και την εφαρμογή αυτής
της επιλογής και στη συνέχεια ενόψει της οριστικής απόφασης στα πλαίσια της κύριας αγωγής.
Η αξίωση της διατροφής παραδεκτά ασκείται σε βάρος του γονέα με τις μεγαλύτερες
οικονομικές δυνάμεις και η παροχή προσωπικής φροντίδας προς το τέκνο δεν απαλάσσει τους γονείς,
διότι θεωρείται μερική εκπλήρωση της υποχρέωσης προς καταβολή διατροφής. Αναφορικά με τον
προσδιορισμό της διατροφής στην περίπτωση της χρονικής κατανομής της γονικής μέριμνας,
υπολογίζεται με την αναλογία των γονέων στις μηνιαίες δαπάνες των τέκνων με βάση το εισόδημα
τους, την αφαίρεση του ποσού που καλύπτει απευθείας έκαστος γονέας την περίοδο που ασκεί τη
γονική μέριμνα και την επιδίκαση σε βάρος του γονέα με το μεγαλύτερο εισόδημα της διαφοράς
μεταξύ του καταβλητέου ποσού και αυτού που του αναλογεί να καταβάλει43
.
Έντονη κριτική ασκήθηκε στην καθιέρωση του ποσοστού του 1/3 για την επικοινωνία, το
οποίο συνιστά θεμέλιο της εναλλασσόμενης κατοικίας44. Ratio όμως της θέσπισης του τεκμηρίου είναι
η ενίσχυση του δικαιώματος επικοινωνίας του τέκνου με το γονέα που δεν διαμένει μαζί του και όχι ο
εξαναγκασμός των γονέων ή των δικαστών να κάνουν μαθηματικές πράξεις45. Θέτει ως στόχο την
εξασφάλιση της κατά το δυνατό ευρύτερης προσωπικής επικοινωνίας με το δικαιούχο γονέα και τη
βελτίωση της υπάρχουσας κατάστασης46. Η ενδυνάμωση αυτή θα επιφέρει την ουσιαστική συμμετοχή
του γονέα που δεν διαμένει με το παιδί, συμβάλλοντας ουσιωδώς με την παρουσία του στην ομαλή
ψυχοπνευματική του ανάπτυξη. Η νομολογία του ΕΔΔΑ έχει αναδείξει το πρόβλημα της
αποτελεσματικής υλοποίησης του δικαιώματος προσωπικής επικοινωνίας και στη χώρα μας47
.
Σε χώρες που έχουν υιοθετήσει ένα νόμο, που θεσπίζει μόνο την από κοινού άσκηση της
γονικής μέριμνας, παρατηρούνται χαμηλά ποσοστά χρόνου επικοινωνίας των γονέων που δεν
διαμένουν με το τέκνο και εξακολουθεί στην ουσία να εφαρμόζεται το σύστημα της αποκλειστικής ή
μονογονεϊκής επιμέλειας (sole custody)48. Η κατάσταση βελτιώθηκε σημαντικά σε χώρες, οι οποίες
εισήγαγαν μια δεύτερη χρονικά μεταρρύθμιση, όπως η Σουηδία (1989, 1998), η Γαλλία (1995, 2002)
και το Βέλγιο (1995, 2006) και στράφηκαν προς την ισόχρονη παρουσία των γονέων. Επιπλέον οι
έννομες τάξεις που εφάρμοσαν το νόμιμο σύστημα της συνεπιμέλειας με τουλάχιστον 1/3 των
διανυκτερεύσεων με τον άλλο γονέα, όπως στην Ισπανία (Καταλονία, Αραγονία, Βαλένθια), Δανία και
Γερμανία, παρείχαν σημαντικά οφέλη για τα ανήλικα τέκνα. Από τα ανωτέρω συνάγεται η θεμελιώδης
λειτουργία του μαχητού τεκμηρίου του 1/3 επικοινωνίας, που αποσκοπεί στην εξασφάλιση πιο
ισορροπημένου χρόνου παρουσίας με το γονέα που δεν συγκατοικεί με το παιδί. Σε ένα τέκνο δεν έχει
σημασία αν οι γονείς του ήταν καλοί σύζυγοι ή αν έχουν την αποκλειστική, κοινή ή λειτουργική
κατανομή της γονικής μέριμνας. Αντίθετα το ενδιαφέρει μόνο ότι είναι καλοί γονείς, ότι και οι δυο
εξακολουθούν να αποτελούν τμήμα της δικής του ζωής και το χρονικό διάστημα που μπορεί να
περάσει με καθένα τους, μετά το χωρισμό49. Στη σημερινή εποχή, ο ανήλικος από αντικείμενο
προστασίας έγινε υποκείμενο που αξιώνει στο πρόσωπό του δικαιώματα50
IV. Καλές πρακτικές στην ευρώπη
Τα δικαιώματα των τέκνων στην Ελλάδα και στην Ιταλία, προστατεύονται διαφορετικά από
ότι εκείνα των τέκνων άλλων μεσογειακών χωρών, όπως της Γαλλίας και της Ισπανίας, γεγονός που
έχει ως συνέπεια σημαντικές επιπτώσεις και στην κατάσταση της ψυχικής υγείας τους51. Σύμφωνα με
στοιχεία του Διεθνούς Συμβουλίου για την κοινή ανατροφή (International Council on Shared
Parenting)52, ενώ οι Ισπανία και Γαλλία κατατάσσονται στη δεύτερη κατηγορία, όπου η ισόχρονη
κατανομή της φροντίδας των παιδιών με κάθε γονέα ανέρχεται πλέον σε 33,8% στην Ισπανία53,
τελευταίες συγκαταλέγονται οι Ελλάδα, Ιταλία, Πορτογαλία και Τουρκία με καθηλωμένα ποσοστά
κάτω του 2%54. Ασκήθηκε κριτική ότι οι τελευταίες τέσσερις χώρες, είτε έχουν υιοθετήσει
αναχρονιστικές μορφές γονικής ευθύνης, είτε είναι απρόθυμες να εφαρμόσουν τη διατήρηση της
κοινής γονικής μέριμνας και μετά το διαζύγιο. Παράλληλα οι έννομες αυτές τάξεις είναι αντίθετες
προς κάθε νομοθετική μεταβολή και η νομολογία τηρεί πιο συντηρητική στάση. Στατιστικά σε αυτές, η
πιθανότητα για ένα ανήλικο να χάσει την επαφή με ένα από τους γονείς μετά το χωρισμό, ξεπερνά το
30%.
Το ισχύον με το Ν. 4800/2021 στην χώρα μας νομικό πλαίσιο, μετά την πάροδο τριάντα οκτώ
ετών55, είναι πλέον ένα μικτό ισοσταθμισμένο σύστημα, καθόσον από τη μια πλευρά ενδυναμώθηκε το
καθεστώς της από κοινού άσκησης της γονικής μέριμνας, που δεν εξαρτάται πλέον από τη συμφωνία
των δυο γονέων και εισήχθη το μαχητό τεκμήριο του ποσοστού 1/3 παρουσίας του γονέα με το τέκνο,
από την άλλη όμως διατηρήθηκαν θεσμοί τυπικοί της νομικής συνεπιμέλειας, όπως ο υποχρεωτικός
προσδιορισμός του τόπου διαμονής του τέκνου στην κατοικία του γονέα με τον οποίο διαμένει, το
δικαίωμα επικοινωνίας και η υποχρέωση διατροφής.
Ο ισχυρισμός ότι υφίσταται πολιτιστική διαφορά με τις σκανδιναβικές χώρες (ιδίως με τη
Σουηδία) που παρουσιάζουν υψηλά ποσοστά ισόχρονης παρουσίας των γονέων με το παιδί,
διαψεύδεται εν μέρει από δύο περιστάσεις: Πρώτον το σημείο εκκίνησης ήταν κοινό σε όλα τα
ευρωπαϊκά κράτη56 και δεύτερον παρατηρούνται παρόμοια υψηλά ποσοστά ακόμη και σε έννομες
τάξεις με διαφορετική νοοτροπία (για παράδειγμα στις αυτόνομες κοινότητες της Ισπανίας), που
υιοθέτησαν σχετικές νομικές ρυθμίσεις. Διαφαίνεται και το αποδεικνύουν οι σκανδιναβικές χώρες, μια
σύνδεση μεταξύ της αποτελεσματικής χειραφέτησης των γυναικών στον εργασιακό χώρο (ευκαιρίες
σταδιοδρομίας, μισθός, πρόνοια) και της μεγαλύτερης συμμετοχής του πατέρα στην ανατροφή των
τέκνων57
.
Αρκετές χώρες αντικατέστησαν την ορολογία τους. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, η Children Act
του 1989 αντικατέστησε τους όρους της επιμέλειας (custody) και της επικοινωνίας (access) με
εκείνους της διαμονής (residence) και της επαφής (contact)58. Στην Ιταλία με το L. 54 της 8.2.2006,
που θέσπισε το νόμιμο σύστημα της από κοινού άσκησης της γονικής μέριμνας (affidamento
condiviso), εισήχθη ο όρος responsabilità genitoriale (γονική ευθύνη) σε αντικατάσταση του
αναχρονιστικού όρου potestà (γονική εξουσία), προκειμένου να τονισθεί η υποχρέωση των γονέων για
ενεργητική παρουσία στην ανατροφή του παιδιού59. Το δικαίωμα επίσκεψης/επικοινωνίας (diritto di
visita) ήταν μια έκφραση που η μεταρρύθμιση κατάργησε, για το λόγο ότι δεν ήθελε να μειώσει την
παρουσία του γονέα στη ζωή του παιδιού σε απλές επισκέψεις60
.
Στην Ιταλία, παρά την αρνητική στάση του ιταλικού Ακυρωτικού61, ορισμένα δικαστήρια της
ουσίας (Περούτζια, Μπρίντιζι, Σαλέρνο), υιοθετούν καλές πρακτικές με την έκδοση κατευθυντήριων
γραμμών, που ορίζουν ότι οι χωρισμένοι γονείς εμφανίζονται ενώπιον των δικαστηρίων με ένα
αναλυτικό γονικό σχέδιο ανατροφής (parenting plan) και υιοθετούν τον κατά το δυνατό ισομερή
καταμερισμό του χρόνου διαμονής με το τέκνο62. Η καθιέρωση αναλυτικών γονικών σχεδίων
ανατροφής τέκνου63 επιτρέπει στους γονείς να θέσουν τις κύριες πτυχές της ζωής του παιδιού και να
μοιράσουν τις αρμοδιότητες μεταξύ τους, με συνέπεια τη μείωση των εντάσεων και τελικά της
αντιδικίας64. Με πρωτοβουλία των δικαστών και δικηγόρων του Μιλάνου, το Μάρτιο του 2019
συντάχθηκαν κατευθυντήριες γραμμές για τη σύνταξη των δικογράφων ενώπιον των οικογενειακών
δικαστών, με την πρόσκληση στους δικηγόρους των μερών να επεξεργάζονται λύσεις που προωθούν
την από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας και σε κάθε περίπτωση να αποφεύγουν ενέργειες που
ευνοούν την αντιδικία, καθόσον στις οικογενειακές διαφορές τα καθήκοντα καλοπιστίας, ειλικρίνειας
και απαγόρευσης χρήσης προσβλητικών εκφράσεων (88 και 89 c.p.c.) έχουν μια ξεχωριστή βαρύτητα
ιδίως προς προστασία των ανηλίκων65
.
Η εναλλασσόμενη κατοικία εφαρμόζεται στις δικαστικές αποφάσεις της ουσίας66, με
επίκληση: α) των άρθρων 9§3 της Διεθνούς Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Παιδιού και 24§3 του
Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που προβλέπουν το δικαίωμα των
παιδιών να διατηρούν προσωπικές σχέσεις και άμεσες επαφές και με τους δυο γονείς, εκτός αν αυτό
είναι αντίθετο με το συμφέρον τους, β) του υπ. αρ. 2079/2015 ψηφίσματος του Συμβουλίου της
Ευρώπης67, που καλεί στην § 5.5 αυτού, τα κράτη – μέλη να εισάγουν στη νομοθεσία τους την αρχή
της εναλλασσόμενης κατοικίας των παιδιών μετά το χωρισμό, περιορίζοντας τις εξαιρέσεις στην
περίπτωση της κακοποίησης ή της παραμέλησης του παιδιού ή της ενδοοικογενειακής βίας, γ) της
νομολογίας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, που έχει αποφανθεί ότι
βασικό στοιχείο της αξίωσης για σεβασμό της οικογενειακής ζωής αποτελεί η διατήρηση των δεσμών
του τέκνου και με τους δυο γονείς του, ακόμη και μετά τη λύση ή τη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης
(άρθρα 8 και 14 της ΕΣΔΑ) και δ) των προαναφερόμενων πορισμάτων διεθνών ιατρικών και
ψυχολογικών ερευνών, που επισημαίνουν τα θετικά αποτελέσματα της συνεπιμέλειας, όχι μόνον στην
ανάπτυξη του τέκνου αλλά και στις σχέσεις των γονέων μεταξύ τους.
Το νομικό καθεστώς της συνεπιμέλειας δεν είναι πανάκεια, ούτε θα αλλάξει τα πάντα ριζικά.
Σίγουρα θα υπάρξει μια μεταβατική περίοδος, προκειμένου να επέλθει μια νέα εποχή στο οικογενειακό
δίκαιο, πέρα και πάνω από προδιατυπωμένους ρόλους. Παρά ταύτα, ένα νομικό καθεστώς, μπορεί να
ευνοήσει την επεξεργασία σε βάθος χρόνου λύσεων και την αποφυγή παθολογικών καταστάσεων. Ο
Ν. 4800/2021 δίνει τη δυνατότητα στη δικαστηριακή πρακτική να υπερβεί έμφυλα στερεότυπα και
προκαταλήψεις68. Ο οικογενειακός δικαστής, που συχνά εισχωρεί στην ιδιωτική ζωή των άλλων,
οφείλει να βρίσκεται σε επαφή με τις επιστημονικές εξελίξεις και να αναζητεί την προσφορότερη για
το συμφέρον του παιδιού λύση, λαμβάνοντας υπόψη ότι κάθε οικογενειακή διαφορά είναι μοναδική
και με ιδιαίτερες ανάγκες69. Όταν εκδίδονται αποφάσεις αλλοδαπών δικαστηρίων που διατάσσουν
πλέον εναλλασσόμενη κατοικία σε ζώα συντροφιάς με ήμισυ τις κτηνιατρικές δαπάνες70, καθιστώντας
αυτά ζωντανά όντα προικισμένα με ευαισθησία και όχι απλά ιδιοκτησία και χώρες όπως η Ισπανία,
που επεξεργάζονται νομοσχέδια, με τα οποία τα κατοικίδια θα μπορούν να τίθενται σε συνεπιμέλεια,
δεν μπορούμε οι έλληνες δικαστές να αποκλείουμε εξ αρχής αυτή την επιλογή για τα ανήλικα τέκνα. Ο
εκσυγχρονισμός του τρόπου συμμετοχής του γονέα στη ζωή του παιδιού επαφίεται πλέον στη
νομολογία.